«Τροφικές Αλλεργίες»: αλλεργικοί στα θαλασσινά;
Κατά την περίοδο της νηστείας τα θαλασσινά καταλαμβάνουν ένα μεγάλο κομμάτι της διατροφής μας.
Οι τροφικές αλλεργίες προκαλούνται κυρίως από τις πρωτεΐνες που βρίσκονται στα τρόφιμα και συχνά δεν διασπώνται από την θερμοκρασία του μαγειρέματος, από τα οξέα του στομάχου ή από τα ένζυμα της πέψης των τροφών. Ως αποτέλεσμα, περνούν από το γαστρεντερικό σωλήνα στην κυκλοφορία του αίματος και προκαλούν αλλεργικές αντιδράσεις στο ανθρώπινο σώμα. Τα συμπτώματα τυπικά εμφανίζονται σε διάστημα έως και 2 ωρών μετά την κατανάλωση του τροφίμου και συνήθως αφορούν κοκκινίλες στο δέρμα, φαγούρα στη μύτη και τα μάτια, φτέρνισμα, δύσπνοια, βήχας, φαγούρα στα χείλη και το στόμα, ναυτία, κράμπες, πρήξιμο στην κοιλιά, εμετό και διάρροια. Οι περισσότερες αλλεργικές αντιδράσεις στο φαγητό είναι σχετικά ήπιες και σπάνια μπορεί να έχουν σοβαρές επιπτώσεις.
Ποιές άλλες τροφές μπορεί να προκαλέσουν αλλεργία;
Παρότι όλα τα τρόφιμα μπορούν να προκαλέσουν αλλεργία, στην Ευρώπη 14 τρόφιμα φαίνεται να παρουσιάζουν το μεγαλύτερο κίνδυνο για πρόκληση αλλεργίας, γι’ αυτό είναι απαραίτητο να εφαρμόζεται γι’ αυτά ειδική νομοθεσία σχετικά με τη σήμανσή τους στις συσκευασία τους. Τα βασικά αλλεργιογόνα τρόφιμα είναι το αυγό, τα φιστίκια, το γάλα, τα δημητριακά που περιέχουν γλουτένη, το διοξείδιο του θείου (που χρησιμοποιείται ως αντιοξειδωτικό και συντηρητικό, π.χ. στα ξερά φρούτα, το κρασί, τις επεξεργασμένες πατάτες), τα λούπινα (κατηγορία οσπρίων), τα μαλάκια, η μουστάρδα, οι ξηροί καρποί με κέλυφος, τα οστρακοειδή, το σέλινο, το σουσάμι, η σόγια και τα ψάρια.
Μάλιστα, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει επιβάλλει την ξεκάθαρη αναφορά των 14 κύριων αλλεργιογόνων τροφών στις ετικέτες όλων των συσκευασμένων τροφίμων, όταν χρησιμοποιούνται σε οποιαδήποτε ποσότητα στο συσκευασμένο τρόφιμο (εκτός από το διοξείδιο του θείου, το οποίο δεν είναι απαραίτητο να αναγράφεται αν περιέχεται στο συσκευασμένο τρόφιμο σε συγκεντρώσεις κάτω από 10 mg/kg). Υπάρχει βέβαια και η περίπτωση ένα προϊόν που δεν περιέχει στη συνταγή του, για παράδειγμα, ξηρούς καρπούς, να παρασκευάζεται στον ίδιο χώρο με κάποιο τρόφιμο που περιέχει ξηρούς καρπούς, με αποτέλεσμα τελικά το προϊόν αυτό να περιέχει ίχνη ξηρών καρπών και, συνεπώς, να περιέχει τα αλλεργιογόνα τους. Τις περισσότερες φορές, η πιθανότητα μιας τέτοιας επιμόλυνσης αναφέρεται προαιρετικά στις ετικέτες της συσκευασίας ως «ίσως να περιέχει», κάτι που προσφέρει πολύ σημαντική πληροφορία στους καταναλωτές.
Υπάρχει θεραπεία;
Η θεραπεία που ακολουθεί μετά τη διάγνωση της τροφικής αλλεργίας στηρίζεται βασικά στην απαγόρευση της κατανάλωσης των συγκεκριμένων τροφίμων. Το διαιτολόγιο που καταρτίζεται λοιπόν θα πρέπει να μην περιλαμβάνει τις «ύποπτες» τροφές και παράλληλα να τις αντικαθιστά με άλλα τρόφιμα που θα περιέχουν αντίστοιχα θρεπτικά συστατικά προκειμένου να μην παρουσιαστεί έλλειψη βιταμινών, μετάλλων και ιχνοστοιχείων.